καῦσιν

καῦσιν
сожжении

Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "καῦσιν" в других словарях:

  • καῦσιν — καῦσις burning fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • RHAMNUS — I. RHAMNUS oppid. fuit et portus Cretae in ora occidua, inter Phalasarnen, et Chersonesum, Ptol. II. RHAMNUS spinosa arbor, inter ἀείφυλλα Theophrasto, e qua sepes vivae fiebant, quibusdam videtur esse Alba Spina, quâ nulla hodie sepibus… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • καύση — Αντίδραση οξείδωσης, η οποία συντελείται γενικά στις ουσίες που περιέχουν άνθρακα και υδρογόνο. Στον ευρύτερο ορισμό της, η κ. περιλαμβάνει γρήγορες εξώθερμες χημικές αντιδράσεις σωμάτων που βρίσκονται στην αέρια φάση, χωρίς να εξαιρείται η… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»